Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Έρωτας από βιασύνη

   Κατέβαινα βιαστικά τα σκαλιά της πολυκατοικίας μου, για να προλάβω το μάθημα λατινικών στο φροντιστήριο, όταν έπεσα πάνω του!
   «Είσαι καλά;», μου είπε και έσκυψε να μαζέψει τα βιβλία μου. «Με συγχωρείς! Δεν σε πρόσεξα πάνω στη βιασύνη μου», απολογήθηκε.
   «Εμένα με συγχωρείς! Εγώ φταίω», του είπα ντροπιασμένη.
   «Ορίστε τα βιβλία σου!» μου είπε και μου τα έδωσε στα χέρια. Εκείνη την στιγμή που με κοίταξε ένιωσα ένα ρεύμα να διαπερνά όλο μου το σώμα. Ήθελα να φύγω όμως τα πόδια μου δεν με υπάκουαν.
   «Σ’ ευχαριστώ πολύ! Και πάλι συγνώμη!» Τελικά τα κατάφερα και έφυγα σαν κυνηγημένη. Σε όλη τη διαδρομή σκεφτόμουν: «Τι εντύπωση να έχει σχηματίσει τώρα για μένα έτσι όπως με είδε να τρέχω σαν την τρελή; Και ούτε το όνομά του δεν πρόλαβα να μάθω.» Και το χειρότερο ήταν ότι δεν θα μάθαινα ποτέ τίποτα από τα δύο.
    Ήταν ένα αγόρι πάνω- κάτω στην ηλικία μου, με σκούρα καστανά μαλλιά, με μεγάλα μελί μάτια κι ένα τεράστιο χαμόγελο. Το σώμα του δεν το πρόσεξα μιας και το πρόσωπό του ήταν αυτό που μου είχε τραβήξει την προσοχή. Τα μάτια λένε πως είναι τα παράθυρα της ψυχής και γω μέσα σ’ αυτά τα κλάσματα του δευτερολέπτου που τον κοίταξα είδα μόνο καλοσύνη.
   Όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Σκεφτόμουν τη συνάντησή μας. Όταν τελικά τα ξημερώματα με πήρε ο ύπνος είχα πλέον καταλήξει ότι δεν θα τον ξαναέβλεπα ποτέ. Που να ήξερα…
   Μια βδομάδα μετά, και καθώς ανέβαινα τα σκαλιά του Ωδείου για το μάθημα της θεωρίας, ένα παιδί που κατέβαινε βιαστικό έπεσε πάνω μου και μου έριξε τα βιβλία. Τότε έσκυψα να τα μαζέψω και όταν σήκωσα το βλέμμα μου είδα πως ήταν αυτός!
   «Το έχει η μοίρα μας φαίνεται να βρισκόμαστε πάντα στις σκάλες», μου είπε και χαμογέλασε.
   «Και κάποιος από τους δυο μας να βιάζεται», του απάντησα και χαμογέλασε ξανά.
   «Και κάποιου να του πέφτουν τα βιβλία», μου είπε και γελάσαμε και οι δυο.
   «Κάνεις μάθημα στο Ωδείο;» με ρώτησε.
   «Ναι! Μαθαίνω αρμόνιο. Εσύ;» τον ρώτησα.
   «Κάνω ηλεκτρική κιθάρα!» μου απάντησε.
   «Ωραία!» είπα κι έκανα να φύγω. Η ένταση ήταν διάχυτη στην ατμόσφαιρα και αισθανόμουν ότι όσο έμενα θα μεγάλωνε ακόμα περισσότερο.
   «Στάσου!» μου είπε και γύρισα να τον κοιτάξω με την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά. Αχ! Κάνε Θεέ μου να με ρωτήσει το όνομά μου! Εγώ δεν υπήρχε περίπτωση να ρωτούσα κάτι τέτοιο. «Τι ώρα τελειώνεις το μάθημα;» με ρώτησε. Ε;! Καλά με δουλεύει; Τι άσχετη ερώτηση ήταν αυτή; «Στις 8:00» του απάντησα παγερά και έφυγα.
   Σε όλη τη διάρκεια του μαθήματος σωστή απάντηση στην καθηγήτριά μου δεν έδωσα. Έτρεχε αλλού το μυαλό μου. Όχι στο ότι τον ξαναείδα, αλλά στο πόσο άκυρη ήταν η ερώτηση που μου έκανε στο τέλος. Έτσι, με μισή καρδιά μάζεψα τα βιβλία μου και βγήκα από την τάξη για να φύγω. Στην είσοδο του Ωδείου όμως με περίμενε μία έκπληξη: εκείνος! Ήταν ακουμπισμένος στον τοίχο με κάτι βιβλία στο χέρι. Εγώ έκανα πως δεν τον είδα και προχώρησα.
   «Σπίτι σου πας;» άκουσα μια φωνή να με ρωτάει. Τη δική του φωνή. Γύρισα και τον κοίταξα.
   «Ναι σπίτι μου! Γιατί ρωτάς;» τον ρώτησα με λίγο επιτακτικό τόνο. Ένιωθα την έκρηξη  θυμού να έρχεται.
   «Τότε θα μου επιτρέψεις να σε συνοδεύσω», μου απάντησε ήρεμα. Το χαμόγελο δεν έφυγε στιγμή από τα χείλη του.
   «Συγνώμη με δουλεύεις;» τον ρώτησα θυμωμένα.
   «Όχι. Ακριβώς το αντίθετο!» μου απάντησε γαλήνια. «Σοβαρά μιλάω! Έχω ιδιαίτερο μάθημα με τον κ. Παπαδόπουλο που μένετε στην ίδια πολυκατοικία.» Ααα! Ώστε  έτσι βρέθηκε στην πολυκατοικία μου.
   «Εντάξει τότε!» συγκατένευσα.
   Σε όλη τη διαδρομή μιλήσαμε για πολλά και διάφορα. Το σημαντικότερο ήταν ότι έμαθα πράγματα γι’ αυτόν. Ήταν μαθητής της Β’ Λυκείου στην θεωρητική κατεύθυνση και με τον κ. Παπαδόπουλο έκανε ιδιαίτερα στα Αρχαία και στα Λατινικά. Του άρεζε πολύ η μουσική και ήθελε να σπουδάσει μουσικολογία. Στον ελεύθερό του χρόνο έπαιζε σε ένα ροκ συγκρότημα που είχε δημιουργήσει με κάτι φίλους του και διάβαζε πολλά βιβλία. Δεν τον ενδιέφερε να το παίζει σκληρός, όπως κάνουν όλα τα αγόρια της ηλικίας του. «Είμαι αυτός που είμαι και δεν αλλάζω για κανέναν!» μου είπε κάποια στιγμή.
   Τελικά φτάσαμε στο ασανσέρ της πολυκατοικίας. Εκείνος θα πήγαινε στο δεύτερο όροφο και εγώ στον τρίτο. Όταν βγήκε από το ασανσέρ του ευχήθηκα καλό μάθημα και καλό βράδυ και συνέχισα προς τα πάνω. Μόλις βγήκα και γω από το ασανσέρ συνειδητοποίησα ότι όση ώρα μιλούσαμε δεν είχα μάθει το όνομά του ούτε αυτός το δικό μου και έτρεξα προς τις σκάλες. Εκεί τον βρήκα να κοιτάει προς τα πάνω με το σώμα του να γέρνει έξω από το κάγκελο. Με το που με είδε χαμογέλασε. Το ίδιο κι εγώ.
   «Δεν μου είπες το όνομά σου!» μου σιγανά.
   «Ζωή!» του απάντησα χαρούμενη. «Και το δικό σου;»
   «Τιμόθεος.» μου απάντησε.
   «Έχεις πολύ ωραίο όνομα!»
   «Κοίτα ποια μιλάει…» μου είπε αστειευόμενος ότι με ειρωνεύτηκε.
   «Εμ… Πρέπει να πάω σπίτι», του είπα κι ας ήθελα το ακριβώς αντίθετο.
   «Ναι πρέπει… Καληνύχτα!» μου είπε γλυκά.
   «Καληνύχτα!»
   Την επόμενη μέρα είχα πάλι μάθημα στο Ωδείο. Αφού τελείωσα και κατέβαινα τον είδα να περιμένει στην ίδια στάση όπως και χθες.
   «Τι κάνεις εδώ;» τον ρώτησα.
   «Περιμένω εσένα για να σε πάω για κρέπα. Αν θέλεις φυσικά.» είπε ναζιάρικα.
   «Φυσικά και θέλω! Φύγαμε!» του είπα και τον έπιασα από το μπράτσο. Δεν υπήρχε πια χώρος για ντροπές.
    Αυτή η βόλτα θα ήταν και η καθοριστική και για τους δυο μας… Και πάλι συζητήσαμε για πολλά και όταν τελικά φτάσαμε κάτω από το σπίτι μου όπου με συνόδεψε με φίλησε στο μάγουλο και μου είπε στο αυτί ψιθυριστά: «Θέλεις να γίνεις το κορίτσι μου;» και με κοίταξε στα μάτια. Εγώ δεν είχα δύναμη να απαντήσω κι έτσι κούνησα το κεφάλι καταφατικά. Τότε με αγκάλιασε και με φίλησε στα χείλη! Μετά με κοίταξε ξανά, πιο προσεκτικά αυτή την φορά. «Φαίνεσαι εξαντλημένη. Καιρός για ύπνο λοιπόν. Καληνύχτα ζωή μου!» Και με ξαναφίλησε στο μάγουλο.
   Από τότε και κάθε μέρα την περνάμε μαζί. Φυσικά δεν παραμελούμε τα μαθήματά μας. Το αντίθετο μάλιστα θα έλεγα! Φέτος είναι η χρονιά μας, η χρονιά των Πανελλαδικών! Θέλουμε να περάσουμε στην Αθήνα και να μείνουμε μαζί! Δεν ξέρω αν είναι αυτό που λέμε «ο άντρας της ζωής μου», όμως ξέρω ότι μ’ αγαπάει και είναι τόσο όμορφο να αισθάνεσαι ότι σ’ αγαπάει κάποιος και εύχομαι σε όλα τα κορίτσια να το ζήσουν κάποια στιγμή αυτό!!!Και κάτι τελευταίο που πολλές φορές το άκουγα και δεν το πίστευα: Τα καλύτερα πράγματα γίνονται εκεί που δεν το περιμένεις…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου